- αρονία
- (aronia). Γένος φυτών της οικογένειας των ροδιδών. Είναι συνήθως θάμνοι, μερικά όμως είδη είναι μικρά δέντρα. Έχουν λευκά άνθη και γλυκούς φαγώσιμους καρπούς, με μαύρο πυρήνα. Το πιο σημαντικό είδος είναι η α. η κοινή, που φυτρώνει στον Παρνασσό και στα Αροάνια. Όλα σχεδόν τα άλλα είδη φυτρώνουν στην Αμερική.
Dictionary of Greek. 2013.